Παρασκευή 17 Οκτωβρίου 2025

Γυναίκες που γράφουν με ανδρικά ψευδώνυμα – Πατριαρχικές προκαταλήψεις, αναδρομικές διορθώσεις (αναδημοσίευση)

 

Η Ζορζ Σαντ, φωτογραφημένη από τον Φελίξ Ναντάρ (1864).

Πολλές γυναίκες συγγραφείς από τον 19ο αιώνα μέχρι σήμερα επιλέγουν να γράφουν με ανδρικά ψευδώνυμα. Πώς αυτή η κίνηση συνδέεται με τις πατριαρχικές προκαταλήψεις για το φύλο; Είναι ορθή η επανακυκλοφορία παλαιότερων έργων με τη χρήση του πραγματικού ονόματος της συγγραφέα, όπως συνέβη με την εκστρατεία «Reclaim her name»; Κάποιες σκέψεις...

πηγή: https://bookpress.gr/

Γράφει η Αγγελική Σπηλιοπούλου


Για αιώνες, ο χώρος της λογοτεχνίας κυριαρχούνταν από άνδρες. Καθιερωμένοι συγγραφείς όπως ο Σαίξπηρ, ο Ντίκενς, ο Τουέιν διαμόρφωσαν το πρότυπο για το τι θεωρείται «σοβαρή» λογοτεχνία, ενώ η γυναικεία γραφή περιοριζόταν συχνά στο είδος της συναισθηματικής λογοτεχνίας («Domestic realism»). Αυτή η ιστορική ανισότητα δημιούργησε μια ιεραρχία φύλου: τα έργα των ανδρών θεωρούνταν οικουμενικά και πνευματικά, ενώ των γυναικών χαρακτηρίζονταν ως συναισθηματικά, προσωπικά, μελοδραματικά.


Πολλές γυναίκες συγγραφείς του 19ου και των αρχών του 20ού αιώνα αναγκάστηκαν να καταφύγουν σε ανδρικά ψευδώνυμα, προκειμένου να παρακάμψουν τα στερεότυπα και τις προκαταλήψεις της εποχής τους. Ένα βιβλίο γραμμένο από γυναίκα δεν κρινόταν μόνο από το περιεχόμενο ή το εξώφυλλό του, αλλά κυρίως από το όνομα που έφερε στο εξώφυλλο. Αν αυτό ήταν γυναικείο, θεωρούνταν σχεδόν αυτονόητο ότι το έργο θα ήταν «ελαφρύ», μελοδραματικό ή υπερβολικά ρομαντικό, με λίγα λόγια, «γυναικείο ανάγνωσμα».


Οι άντρες αναγνώστες σπάνια διάβαζαν βιβλία γραμμένα από γυναίκες, ενώ οι εκδότες συχνά απέρριπταν τα χειρόγραφά τους χωρίς δεύτερη σκέψη. Η επικρατούσα άποψη ήταν πως οι γυναίκες δεν μπορούσαν να σταθούν ισάξια δίπλα στους άντρες στον χώρο της λογοτεχνίας. Ακόμη κι αν μια γυναίκα συγγραφέας κατάφερνε να εκδώσει το έργο της, το κοινό της θα περιοριζόταν σχεδόν αποκλειστικά στις γυναίκες αναγνώστριες. Με ένα ανδρικό όνομα, όμως, ή ένα ουδέτερο ψευδώνυμο με αρχικά, μπορούσε να εξισώσει τις πιθανότητες. Ένας εκδότης θα διάβαζε το έργο της χωρίς προκατάληψη, και το βιβλίο της θα είχε πολύ μεγαλύτερες πιθανότητες επιτυχίας.


Ήταν μια έξυπνη και, εκ των πραγμάτων, αναγκαστική στρατηγική για τις πρωτοπόρες εκείνες γυναίκες που τόλμησαν να μπουν σε έναν ανδροκρατούμενο χώρο. Το θλιβερό, όμως, είναι ότι σχεδόν δύο αιώνες αργότερα, η κατάσταση δεν έχει αλλάξει όσο θα περιμέναμε. Οι άντρες εξακολουθούν να διαβάζουν πολύ λιγότερο βιβλία γραμμένα από γυναίκες, ενώ οι γυναίκες συγγραφείς παραμένουν λιγότερο προβεβλημένες. Παρά τα βήματα προόδου, η λογοτεχνία εξακολουθεί να φέρει βαθιά χαραγμένα τα ίχνη μιας μακράς ιστορίας ανισότητας.



Η καμπάνια «Reclaim her name»

Το 2020 το Women's Prize for Fiction, ένα από τα βρετανικά λογοτεχνικά βραβεία, με σπόνσορα την Baileys, παρουσίασε την καμπάνια «Reclaim her name», στο πλαίσιο του εορτασμού των 25 ετών του θεσμού. Η καμπάνια είχε ως στόχο να αποδοθούν τα εύσημα στις γυναίκες συγγραφείς που υπέγραφαν τα έργα τους με ψευδώνυμο, δημιουργώντας μια σειρά βιβλίων όπου αναγράφεται το πραγματικό όνομά τους. Η σειρά δημιουργήθηκε από τη VMLY&R και περιλαμβάνει ανατεθειμένα έργα τέχνης για το εξώφυλλο από γυναίκες σχεδιάστριες από όλο τον κόσμο. Είκοσι πέντε μυθιστορήματα επανεκδόθηκαν και ήταν διαθέσιμα σε ηλεκτρονική μορφή. Ενδεικτικά αναφέρουμε κάποια εξ αυτών: A phantom lover της Violet Paget (aka Vernon Lee), The history of Sir Richard Calmady της Mary Kingsley (aka Lucas Malet), Indiana της Amantine Aurore Dupin (aka George Sand), Keynotes της Mary Chavelita Dunne Bright (aka George Egerton), Middlemarch της Mary Ann Evans (aka George Eliot).


Η πρωτοβουλία αυτή δεν έτυχε της αποδοχής που ανέμενε ο θεσμός. Η διοργάνωση της συγκεκριμένης καμπάνιας είχε μεν καλή προαίρεση μα υπήρξε άστοχη καθώς δεν ελήφθησαν υπόψιν παράμετροι όπως ο αυτοπροσδιορισμός και η διάκριση δημόσιου και ιδιωτικού εαυτού. Στηρίχτηκαν στην εικασία πως μοναδικός παράγοντας χρησιμοποίησης ανδρικού ψευδώνυμου από τις γυναίκες συγγραφείς ήταν η αποφυγή της προκατάληψης λόγω φύλου. Πολλοί μελετητές λογοτεχνίας και δημοσιογράφοι εξέφρασαν δημόσια τις αντιρρήσεις τους. Η Catherine Taylor γράφει στο Literary Supplement on Times: «Χρειάζεται πραγματικά η Τζορτζ Έλιοτ να ανακτήσει το Μίντλμαρτς ως Μαίρη Αν Έβανς; Το "Reclaim her name" αναφέρει πως η Έλιοτ αναγκάστηκε να χρησιμοποιήσει ένα ανδρικό ψευδώνυμο σαν να ήταν ανίκανη να αποφασίσει για τον εαυτό της. Το «Τζορτζ Έλιοτ» ήταν η δημόσια persona της Έβανς, χωρίς σίγουρα να χρήζει αναδρομικής διόρθωσης. Μέχρι τη στιγμή που εκδόθηκε το Μίντλμαρτς, το αναγνωστικό κοινό γνώριζε την πραγματική ταυτότητα της συγγραφέα του. Εξάλλου, το 1871-72, όταν το Μίντλμαρτς για πρώτη φορά κυκλοφορεί τμηματικά, το όνομα με το οποίο ήταν γνωστή συγγραφέας ήταν Μάριαν Έβανς Λιούις, ως σύζυγος του Τζορτζ Χένρι Λιούις. Σύμφωνα με το Oxford Dictionary of National Biography, το "Μαίρη Αν" δεν χρησιμοποιήθηκε από την Έλιοτ από το 1851 μέχρι το 1880, τον τελευταίο χρόνο της ζωής της, όταν επέλεξε το Μαίρη Αν Κρος στο γάμο της με τον Τζον Γουάλτερ Κρος». 


Σε άλλο σημείο, η συγγραφέας και κριτικός Catherine Taylor επισημαίνει: «Η αλήθεια είναι πιο λεπτής φύσης. Αυτή η προσέγγιση που αποδίδεται σε όλους, γενικεύοντας, παραβλέπει την πολυπλοκότητα της εκδοτικής ιστορίας, στην οποία τα ψευδώνυμα δεν είναι πάντα συμμόρφωση με την πατριαρχία ή άλλα πρότυπα». 


Επίσης, στο Literary Hub, η Olivia Rutigliano αναφέρει ότι πολλές γυναίκες συγγραφείς όπως η Mary Wollstonecraft (1759-1797, A vindication of the rights of women) και η Elizabeth Barett Browning, εκδίδουν τα έργα τους με τα δικά τους ονόματα. Άλλες συγγραφείς επέλεξαν ψευδώνυμα ως μορφή αυτοπροσδιορισμού. Η λεσβία και φεμινίστρια Vernon Lee επέλεξε να αποποιηθεί πλήρως όνομά της, Violet Paget. Ομοίως, η Ζορζ Σαντ ήταν η συγγραφέας και όχι η Αμαντίν-Ωρόρ-Ντυπέν. Το «Ζωρζ Σαντ» ήταν τόσο μέρος της εικόνας της, όσο και τα ανδρικά ρούχα που φορούσε και ο καπνός που κάπνιζε δημόσια.


Οι Σάρλοτ, Έμιλι και Αν Μπροντέ δημοσίευσαν μερικά από τα έργα τους ως Κάρερ, Έλις και Άκτον Μπελ, ξεκινώντας με την από κοινού έκδοση της ποιητικής συλλογής τους που κυκλοφόρησε με τα ψευδώνυμα τους. Η επιλογή αυτή εδράζεται όχι μόνο στην επιθυμία τους να διαφυλάξουν την ιδιωτικότητά τους αλλά και για να μην κριθεί το έργο τους βάσει του φύλου τους. Όπως είχε δηλώσει η Σάρλοτ Μπροντέ: 


«Δεν μας άρεσε να δηλώνουμε ότι είμαστε γυναίκες, γιατί είχαμε μια αμυδρή εντύπωση ότι οι γυναίκες συγγραφείς είναι πιθανό να αντιμετωπίζονται με προκατάληψη». 



Η σημερινή εποχή 

Καταλήγοντας, η υιοθέτηση ανδρικού ονόματος από γυναίκες συγγραφείς οφειλόταν σε ποικίλους λόγους. Πέραν της αντίστασης στην πατριαρχική προκατάληψη για το φύλο, κάποιες θέλησαν να προστατέψουν τον ιδιωτικό βίο τους και να αποφύγουν τη φυλετική προκατάληψη, κάποιες άλλες είχαν την επιθυμία δημιουργίας μιας περσόνας που εξέφραζε τη σεξουαλική τους ταυτότητα. Παρά την πρόοδο προς την ισότητα των φύλων στην εκπαίδευση και τον πολιτισμό, η προκατάληψη λόγω φύλου εξακολουθεί να επηρεάζει τον τρόπο με τον οποίο οι αναγνώστες, οι κριτικοί και ακόμη και οι εκδότες προσεγγίζουν τη λογοτεχνία.


Οι επιπτώσεις αυτής της ιεραρχίας εξακολουθούν να είναι αισθητές μέχρι σήμερα. Επανερχόμενοι, λοιπόν, στη σύγχρονη εποχή, παρατηρούμε γυναίκες συγγραφείς να συνεχίζουν να υιοθετούν ανδρικό ψευδώνυμο για να υπογράφουν τα έργα τους. Η Τζ. Κ. Ρόουλινγκ στη σειρά βιβλίων «Χάρι Πότερ» χρησιμοποίησε εσκεμμένα μόνο αρχικά στο όνομα γιατί, σύμφωνα με τον εκδότη της, το νεανικό ανδρικό αναγνωστικό κοινό μπορεί να αποθαρρυνόταν γνωρίζοντας ότι τα βιβλία υπογράφει γυναίκα συγγραφέας. Επίσης, το 2013 το βιβλίο της Το κάλεσμα του κούκου (μτφρ. Χρήστος Καψάλης, εκδ. Ψυχογιός) κυκλοφόρησε με το ψευδώνυμο «Ρόμπερτ Γκάλμπρεϊθ».


Η συγγραφέας της NYT best selling σειράς «Cal Leandros» (2006), Robin Thurman δεν αποκάλυψε το φύλο της πριν από την έκδοση του τρίτου βιβλίου της σειράς επίσης για να μην αποθαρρυνθούν οι άνδρες αναγνώστες.


Το συγγραφικό δίδυμο των Christina Lynch και Meg Howrey υπέγραψε το θρίλερ The city of dark magic (2012) με το ψευδώνυμο «Magnus Flyte», επιλέγοντάς το καθώς απευθυνόταν και στα δύο φύλα και παρόλο που η αληθινή τους ταυτότητα έγινε εξαρχής γνωστή, το κράτησαν. 


Η αλλαγή απαιτεί συνειδητή προσπάθεια από αναγνώστες, εκπαιδευτικούς και εκδότες. Χρειάζεται να στηρίζουμε περισσότερες γυναίκες και μη δυαδικούς συγγραφείς, να αμφισβητούμε στερεότυπα και να διευρύνουμε τις λίστες ανάγνωσής μας. Η αναγνώριση της προκατάληψης είναι το πρώτο βήμα για μια πιο δίκαιη και πλούσια λογοτεχνική παραγωγή όπου κάθε φωνή έχει ίση αξία και δύναμη έκφρασης.


* Η ΑΓΓΕΛΙΚΗ ΣΠΗΛΙΟΠΟΥΛΟΥ είναι αρθρογράφος.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου