Το βιβλίο αυτό εκδόθηκε στα γαλλικά πριν δύο χρόνια από τις εκδόσεις Γκαλιμάρ. Χαρακτηρίζεται ως μυθιστόρημα, αν και η έκτασή του είναι αρκετά περιορισμένη ώστε μάλλον θα έπρεπε να κάνουμε λόγο για νουβέλα, αν θέλουμε να είμαστε τυπικοί. Προφανώς η ποσότητα, στη λογοτεχνία τουλάχιστον, σπάνια λογίζεται ως δείκτης ποιότητας. Και καλώς δεν λογίζεται ως τέτοια. Απλά, εκτιμώ πως αυτή η επισήμανση έχει την αξία της.
Είναι η ιστορία μιας νεαρής γυναίκας, που μεγαλώνει τον μικρό γιό της με τη βοήθεια δυο φίλων, ένας εκ των οποίων είναι και ο αφηγητής, ενώ ακολουθεί καριέρα χορεύτριας, κλασικού μπαλέτου. Δεν μου αρέσει να αναλύω την υπόθεση ενός βιβλίου - το ίδιο ισχύει και για τις ταινίες - γιατί θεωρώ ότι αφενός οι περισσότερες ιστορίες έχουν κάποια κοινά στοιχεία, ουσιαστικά, άρα η εκτεταμένη αναφορά στην υπόθεση δεν προσφέρει πραγματικά κάτι και αφετέρου δεν αποτελεί το πραγματικό πλεονέκτημα (η υπόθεση) ενός βιβλίου. Θα περιοριστώ ν' αναφέρω ότι ο αφηγητής, στο σήμερα, αναπολεί την σχέση του με την χορεύτρια πολλά χρόνια πριν, ενώ αναπολεί ένα Παρίσι που αναπόφευκτα δεν υπάρχει σήμερα μιας και, αναπόφευκτα τα πάντα αλλάζουν.
Αποτελεί χαρακτηριστικό του Μοντιανό ως συγγραφέα, η καταβύθιση στα θολά νερά των αναμνήσεων. Σίγουρα ο συγγραφέας γνωρίζει καλά πως θυμόμαστε ό,τι θυμόμαστε όπως θέλουμε, συνήθως, να θυμόμαστε. Φυσικά, ενυπάρχει η φυσιολογική φθορά στην ικανότητα να ανακαλούμε στιγμές του παρελθόντος. Όσο και αν προσπαθούμε, αδυνατούμε να φέρουμε στο νου μας ονόματα ανθρώπων, οδών, ακόμη και την ίδια την ύπαρξή τους. Μας χαιρετά κάποιος στο δρόμο γεμάτος χαρά που μας συναντά τυχαία μετά από δέκα, είκοσι , τριάντα χρόνια και στέκουμε αμήχανοι μη μπορώντας να αναγνωρίσουμε πρόσωπο και όνομα. Η σπουδαιότητα του βιβλίου για το οποίο γράφω, είναι ακριβώς η διήγηση μιας ιστορίας - σημαντική ή ασήμαντη δεν έχει σημασία - με τη μορφή μικρών επεισοδίων ή, καλύτερα, στιγμιότυπων από αναμνήσεις, φευγαλέες και, κάποιες φορές, ασαφείς. Ομολογώ πως αυτή η ελαφράδα, σαν το περπάτημα της χορεύτριας, μου χάρισε μια αχνή αγαλλίαση, κάτι που θεωρώ πολύτιμο. Εν τούτοις, δεν γίνεται να μην παραπονεθώ για το γεγονός ότι τελειώνοντας την ανάγνωση του βιβλίου, μου έμεινα μια αίσθηση εφάμιλλη εκείνης που νιώθει κανείς μπροστά σε κάτι θελκτικό, ευχάριστο μα ανολοκλήρωτο. Χαρακτηριστικά, οφείλω ν' αναφέρω πόσο ενοχλητικό βρίσκω το ότι νιώθω πως δεν έμαθα κάτι ουσιαστικό για τους ήρωες του βιβλίου.
Σε κάθε περίπτωση, δεν πρόκειται για κακό βιβλίο, ούτε καν μέτριο. Διαβάζεται ευχάριστα, μεταφέρει τον αναγνώστη σε σημεία, δρόμους και καφέ του Παρισιού, και, όπως προανέφερα, διαβάζοντάς το νιώθεις ελαφράδα και αγαλλίαση. Ας μην τα υποτιμούμε όλα αυτά.
ο Τοποτηρητής


Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου